Περίληψη

Με την παρούσα προσφυγή ζητείται η ακύρωση πράξης επιβολής προστίμου για παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού. Σύμφωνα με τον Ν 2874/2000 και τις τροποποιήσεις του, οι εργοδότες υποχρεούνται να καταθέτουν πίνακες προσωπικού και να αναγράφουν κάθε νέο εργαζόμενο, καθώς και αλλαγές στο ωράριο εργασίας. Ο Ν 4554/2018 και οι τροποποιήσεις του ορίζουν την επιβολή προστίμου 10.500 ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο. Θεσπίζεται μαχητό τεκμήριο ότι ο αναφερόμενος από τον αρμόδιο ελεγκτή ως εργαζόμενος που δεν αναγράφεται σε πίνακα προσωπικού συνδέεται με εργασιακή σχέση με τον εργοδότη, ο οποίος δύναται να ανατρέψει το τεκμήριο αυτό με την άσκηση προσφυγής ενώπιον του αρμοδίου Διοικητικού Πρωτοδικείου, αποδεικνύοντας ότι ουδεμία σχέση εργασίας τον συνδέει με το πρόσωπο το οποίο ο ελεγκτής θεώρησε ως μισθωτό του. Ο δανεισμός εργαζομένου είναι επιτρεπτός, με τον αρχικό εργοδότη να παραμένει υπεύθυνος για την καταβολή των αποδοχών και την ασφάλιση του εργαζομένου, ενώ ο δευτερογενής εργοδότης ασκεί το διευθυντικό δικαίωμα. Εν προκειμένω, κατά τον έλεγχο διακίνησης οχημάτων, βρέθηκε ότι εργαζόμενος οδηγός φορτηγού της προσφεύγουσας εταιρείας, δεν ήταν αναγεγραμμένος στον πίνακα προσωπικού. Η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι ο εργαζόμενος ήταν προσληφθείς από συνδεδεμένη επιχείρηση, με την οποία υπήρχε συμφωνία δανεισμού προσωπικού. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η αναγραφή του εργαζόμενου στον πίνακα προσωπικού της αρχικής εργοδότριας επιχείρησης επαρκεί προς αποτροπή της παράβασης της μη αναγραφής εργαζομένου, εξασφαλίζοντας την εποπτεία της ορθής και σύννομης τήρησης των διατάξεων της εργασιακής και ασφαλιστικής νομοθεσίας. Στο πλαίσιο αυτό, το επίδικο πρόστιμο επιβλήθηκε μη νομίμως, καθώς η προσφεύγουσα εταιρεία δεν υπέπεσε στην αποδιδόμενη παράβαση. Δέχεται την προσφυγή.

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων