ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΜΕφΑθ 189/2024 Αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα - Ένσταση παραγραφής - Μη λήψη υπόψη της παραγραφής αυτεπαγγέλτως

Αριθμός:
189
Έτος:
2024
Δικαστήριο:
Τόπος:
Τμήμα Δικαστηρίου:
Σύνθεση:
Φύση/Είδος:
Ημ. Δημοσίευσης:
17/01/2024
Μέσο Δημοσίευσης:
ΤΝΠ QUALEX
NB DAILY,
Αρ. Λέξεων:
4573
Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων

Περίληψη

Σε πρόσφατη απόφαση ελληνικού δικαστηρίου εξετάστηκε η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα μεταξύ δύο πρώην συζύγων. Η συμμετοχή στα αποκτήματα προϋποθέτει τη λύση ή ακύρωση του γάμου ή τη συμπλήρωση τριετούς διάστασης, την αύξηση της περιουσίας ενός εκ των συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου και τη συμβολή του άλλου συζύγου στην αύξηση αυτή. Στην υπόθεση αυτή, ο ενάγων αξίωσε την επιστροφή περιουσιακών στοιχείων, συγκεκριμένα ενός ακινήτου και δύο οχημάτων, υποστηρίζοντας ότι συνέβαλε στην απόκτησή τους κατά τη διάρκεια του γάμου τους. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του, κρίνοντας ότι η αξίωση είχε παραγραφεί, στηριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 1401 ΑΚ, που ορίζει ότι η αξίωση συμμετοχής παραγράφεται μετά από δύο χρόνια από τη λύση ή ακύρωση του γάμου. Ωστόσο, το δικαστήριο έσφαλε, καθώς η παραγραφή δεν είχε προταθεί από την εναγομένη, και σύμφωνα με το άρθρο 277 ΑΚ, η παραγραφή δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως. Το Εφετείο, έκρινε ότι η αξίωση για το ακίνητο ήταν βάσιμη, καθώς αποδείχθηκε ότι η απόκτησή του προήλθε από την αποκλειστική συμβολή της ενάγουσας. Αντίθετα, απορρίφθηκαν οι αξιώσεις του ενάγοντος για τα δύο οχήματα, καθώς δεν αποδείχθηκε η συμμετοχή του στην απόκτησή τους. Επιπλέον, το δικαστήριο αναγνώρισε ότι η δικαστική δαπάνη που επιδικάστηκε σε βάρος του ενάγοντος στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ήταν υπερβολική και την μείωσε σημαντικά.

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων

Απόφαση

Αριθμός απόφασης 189/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα 9°
Συγκροτούμενο από τη Δικαστή Λουκία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Μαρία Αναγνωστοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 26 Οκτωβρίου 2023, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος ... του …, κατοίκου Αθηνών, οδός … αριθ. …, με ΑΦΜ …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ευαγγελία Καλδή δυνάμει δήλωσης του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
Της εφεσίβλητης: ... του …, κατοίκου Αθηνών, οδός … αριθ. …, με ΑΦΜ …, η οποία εμφανίστηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο της ....
Η ενάγουσα ... άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την από 5.5.2017 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../2017 αγωγή. Ο ενάγων ... άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 15.4.2019 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../2019 αγωγή. Επ’ αυτών εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 12562/2022 απόφαση της ειδικής διαδικασίας των οικογενειακών διαφορών του Δικαστηρίου εκείνου, αντιμωλία των διαδίκων, με την οποία απορρίφθηκε η δεύτερη ως άνω αγωγή, ενώ έγινε εν μέρει δεκτή η από 5.5.2017 αγωγή. Την απόφαση αυτή εκκαλεί ο ενάγων-εναγόμενος ... με την από 2.2.2023 έφεσή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου .../2023 και προσδιορίστηκε να συζητηθεί με την υπ’ αριθ, .../2023 πράξη της Γραμματέως του παρόντος Δικαστηρίου για την παραπάνω αναφερόμενη δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης παραστάθηκε στο ακροατήριο και κατέθεσε τις έγγραφες προτάσεις της, η δε πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο αλλά προκατέθεσε προτάσεις και δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αρμοδίως, κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ, φέρεται προς συζήτηση η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου .../2023 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 12562/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών, η οποία έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495, 511, 513 § 1 περ. β, 516 § 1 517 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα εντός της τριακονθήμερης προθεσμίας του άρθρου 518 § 1 ΚΠολΔ καθώς η εκκαλουμένη επιδόθηκε στις 4.1.2023 (βλ. την υπ’ αριθ. .../4.1.2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ...) και η έφεση κατατέθηκε στις 2.2.2023. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται η κατάθεση παράβολου υπέρ του Δημοσίου, λόγω του αντικειμένου της διαφοράς (άρθρα 495 παρ.3 εδ. τελευταίο, 592 παρ.1 και 3 ΚΠολΔ) (ΑΠ 1548/2022, ΕφΔωδ 95/2022 ΤΝΠ Νόμος). Ωστόσο, ο εκκαλών έχει καταβάλει το ηλεκτρονικό παράβολο των 100 ευρώ (βλ. το υπ’ αριθ. ... e- παράβολο και την από 1.2.2023 απόδειξη ηλεκτρονικής πληρωμής), το οποίο και πρέπει να του αποδοθεί. Επομένως, η έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ).
Α) Η ενάγουσα ... με την από 5.5.2017 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου .../2017 αγωγή, ισχυρίσθηκε ότι από τον νόμιμο θρησκευτικό γάμο που τέλεσε με τον εναγόμενο στις 25.11.1995, απέκτησε ένα τέκνο, τον ... που γεννήθηκε στις 15.3.1997. Ότι η έγγαμη συμβίωση διεκόπη οριστικά τον Απρίλιο του έτους 2013 και λύθηκε με την υπ’ αριθ. 7384/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία κατέστη αμετάκλητη στις 16.3.2017. Ότι κατά τον χρόνο τέλεσης του γάμου τους, ο εναγόμενος δεν διέθετε περιουσιακά στοιχεία, ενώ κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης απέκτησε:α) ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου του περιγραφόμενου στην αγωγή διαμερίσματος πρώτου ορόφου οικοδομής, που κείται στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας, αξίας (του ως άνω ιδανικού μεριδίου) κατά τον χρόνο αμετάκλητης λύσης του γάμου, 20.000 ευρώ, β) ένα αυτόματο αυτοκίνητο μάρκας SMART, αξίας, κατά τον ως άνω χρόνο, 12.000 ευρώ και γ) μία αυτόματη μηχανή με αριθ. κυκλ. ..., αξίας κατά τον ίδιο χρόνο 5.000 ευρώ. Ότι η συνολική αξία της περιουσίας που είχε ο εναγόμενος κατά τον χρόνο αμετάκλητης λύσης του γάμου, ανέρχεται σε 37.000 ευρώ. Ότι η ίδια συνέβαλε αιτιωδώς στην αύξηση της περιουσίας του εναγομένου κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ζήτησε δε, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος α) σε αυτούσια απόδοση του ποσοστού 50% εξ αδιαιρέτου του εκτιθέμενου στην αγωγή ακινήτου και β) να της καταβάλει το ποσό των 17.000 ευρώ για την αξία των ως άνω οχημάτων νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Επικουρικά δε ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 37.000 ευρώ (ήτοι 20.000 ευρώ για την αξία του ποσοστού συνιδιοκτησίας του στο ως άνω διαμέρισμα + 17.000 ευρώ για την αξία των οχημ,άτων), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Β) Ο ενάγων ..., με την από 15.4.2019 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου .../2019 αγωγή, ισχυρίσθηκε ότι από τον νόμιμο θρησκευτικό γάμο που τέλεσε με την εναγομένη απέκτησε ένα τέκνο, τον ... που γεννήθηκε στις 15.3.1997. Ότι ο γάμος τους λύθηκε με την υπ’ αριθ. 7384/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών η οποία κατέστη αμετάκλητη την 17.4.2017. Ότι η περιουσία της εναγομένης αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης αποκλειστικά από τη δική του συμβολή και ειδικότερα κατά τον χρόνο αμετάκλητης λύσης του γάμου η εναγομένη είχε στην κυριότητά της τα εξής περιουσιακά στοιχεία τα οποία διατηρούνται έως σήμερα: α) ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου του περιγραφόμενού στην αγωγή διαμερίσματος πρώτου ορόφου οικοδομής, που κείται στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας, αξίας (του ως άνω ιδανικού μεριδίου) κατά τον χρόνο αμετάκλητης λύσης του γάμου, 20.000 ευρώ β) το με αριθμό κυκλ. ... ΙΧΕ αυτοκίνητο μάρκας OPEL AGILA 1200 cc, αξίας 3.000 ευρώ. Ζήτησε δε, κατόπιν μετατροπής του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης α) να του αποδώσει αυτούσιο το ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου του εκτιθέμενου στην αγωγή ακινήτου και β) να του καταβάλει για την αξία του αναφερόμενου αυτοκινήτου, το ποσό των 3.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Επικουρικά δε, ζήτησε να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 23.000 ευρώ (ήτοι το ποσό των 20.000 ευρώ για την αξία του ποσοστού 50% εξ αδιαιρέτου του ακινήτου + 3.000 ευρώ για την αξία του αυτοκινήτου), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε τις ανωτέρω αγωγές, απέρριψε την υπό στοιχεία Β αγωγή λόγω παραγραφής, δέχτηκε εν μέρει την υπό στοιχεία Α αγωγή και υποχρέωσε τον εναγόμενο να προβεί σε αυτούσια απόδοση στην ενάγουσα του ποσοστού ½ εξ αδιαιρέτου του Α-3 διαμερίσματος πρώτου ορόφου οικοδομής που κείται στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας.
Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο ενάγων-εναγόμενος ... με τους αναφερόμενους στην κρινόμενη έφεσή του λόγους, για τους οποίους ζητεί την εξαφάνισή της προκειμένου να γίνει δεκτή η αγωγή του και να απορριφθεί η από 5.5.2017 εναντίον του αγωγή.
Από τη διάταξη του άρθρου 1400 παρ. 1, 2 ΑΚ προκύπτει ότι προϋποθέσεις της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα είναι: α) η λύση ή ακύρωση του γάμου ή, κατ' ανάλογη εφαρμογή, η συμπλήρωση τριετούς διάστασης των συζύγων, β) η αύξηση της περιουσίας του ενός των συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου, γ) η συμβολή του άλλου συζύγου στην αύξηση αυτή με οποιονδήποτε τρόπο, περιλαμβανόμενης και της υπερβαίνουσας το μέτρο της συνεισφοράς του ενάγοντος συζύγου συμβολής του στις τρέχουσες οικογενειακές δαπάνες, με χρηματικές εισφορές ή εισφορές χρήσης ακινήτου για στέγαση της οικογένειας ή με παροχή προσωπικών υπηρεσιών στην αντιμετώπιση των οικογενειακών εν γένει αναγκών και δ) η αιτιώδης σχέση της συμβολής αυτής προς την αύξηση της περιουσίας του εναγόμενου συζύγου (ΑΠ 1004/2022, ΑΠ 955/2022 ΤΝΠ Νόμος). Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 1401 ΑΚ τελ. εδάφιο, η αξίωση παραγράφεται δύο χρόνια μετά τη λύση ή την ακύρωση του γάμου. Στην περίπτωση της τριετούς διαστάσεως, η παραγραφή αρχίζει από τη στιγμή που η αξίωση γεννιέται και. είναι δυνατή η δικαστική επιδίωξή της (ΑΚ 251), δηλαδή, από τη συμπλήρωση τριετίας στη διάσταση των συζύγων. Περαιτέρω κατά το άρθρο 272 εδ. α ΑΚ, όταν συμπληρωθεί η παραγραφή ο υπόχρεος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή, ενώ κατά το άρθρο 277 ΑΚ το δικαστήριο δεν λαμβάνει αυτεπαγγέλτως υπόψη την παραγραφή, που δεν έχει προταθεί.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα δέχθηκε ότι η αξίωσή του για αυτούσια απόδοση α) του ποσοστού 50% εξ αδιαιρέτου του ακινήτου και β) του οχήματος, έχει υποπέσει στη διετή παραγραφή της διάταξης του άρθρου 1401 ΑΚ.
Από την παραδεκτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης προκύπτει ότι κατά τη συζήτηση της αγωγής στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, η εναγομένη της υπό στοιχεία Β αγωγής, ... εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, ο οποίος αρνήθηκε την αγωγή και αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε στο δικαστήριο, στις οποίες δεν προέβαλε την ένσταση παραγραφής της επίδικης αξίωσης του εκκαλούντος. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε την αξίωση του ενάγοντος- εκκαλούντος λόγω διετούς παραγραφής κατ’ άρθρο 1401 ΑΚ, που δεν προτάθηκε από την εναγομένη - εφεσίβλητη, και η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο κατά την άνω νομική σκέψη. Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1400, 346 ΑΚ και 70 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί κατ’ ουσία.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 1400 παρ. 1 του ΑΚ «Αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί και η περιουσία του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέστηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Τεκμαίρεται ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή. Στην αύξηση της περιουσίας των συζύγων δεν υπολογίζεται ό,τι αυτοί απέκτησαν από δωρεά, κληρονομιά ή κληροδοσία ή με διάθεση των αποκτημάτων από αυτές τις αιτίες». Προϋποθέσεις της αξίωσης του δικαιούχου συζύγου προς συμμετοχή στα αποκτήματα του άλλου είναι: α) η λύση ή ακύρωση του γάμου, ή, κατ’ ανάλογη εφαρμογή, η συμπλήρωση τριετούς διάστασης των συζύγων, β) η αύξηση της περιουσίας του υπόχρεου, αφότου τελέσθηκε ο γάμος, γ) η συμβολή με οποιονδήποτε τρόπο του δικαιούχου συζύγου στην αύξηση αυτή της περιουσίας του υπόχρεου κατά τη διάρκεια του γάμου και δ) αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της αύξησης της περιουσίας του υπόχρεου συζύγου και της συμβολής του ενάγοντος δικαιούχου συζύγου. Η απαίτηση του κάθε συζύγου προς συμμετοχή στα αποκτήματα του άλλου είναι, κατ' αρχήν, ενοχή αξίας, δηλαδή, χρηματική ενοχή, αντικείμενο της οποίας αποτελεί η χρηματική αποτίμηση της περιουσιακής αυξήσεως του υποχρέου συζύγου, που προέρχεται από τη συμβολή, άμεση ή έμμεση, του δικαιούχου. Ως αύξηση νοείται, όχι μία συγκεκριμένη κτήση, αλλά η διαφορά που υπάρχει στην περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου σε δύο διαφορετικά χρονικά σημεία, ήτοι, κατά την τέλεση του γάμου (αρχική περιουσία) και κατά τον χρόνο που γεννάται η αξίωση για συμμετοχή στα αποκτήματα (τελική περιουσία). Από τη σύγκριση της αξίας αυτών, αναγόμενης σε τιμές του χρόνου της έγερσης της αγωγής, θα κριθεί αν υπάρχει αύξηση της περιουσίας του ενός συζύγου που να δικαιολογεί την αξίωση του άλλου για συμμετοχή στα αποκτήματα. Προς υπολογισμό της τελικής περιουσίας, κρίσιμος χρόνος θεωρείται στη μεν περίπτωση λύσης ή ακύρωσης του γάμου με δικαστική απόφαση, ο χρόνος, κατά τον οποίο η απόφαση αυτή έγινε αμετάκλητη, στη δε περίπτωση της τριετούς διάστασης (κατά την οποία προϋποτίθεται ότι ο γάμος δεν έχει ακόμη λυθεί ή ακυρωθεί), κρίσιμος είναι ο χρόνος της άσκησης της αγωγής. Η συμβολή του δικαιούχου συζύγου στην αύξηση της περιουσίας του υπόχρεου συζύγου, υπό την έννοια των διατάξεων του άρθρου 1400 του ΑΚ, μπορεί να συνίσταται, όχι μόνο στην παροχή κεφαλαίου με οποιαδήποτε μορφή, αλλά και στην παροχή υπηρεσιών, αποτιμώ μενών σε χρήμα, ακόμη και υπηρεσιών, οι οποίες παρέχονται στο συζυγικό οίκο, όταν και κατά το μέτρο που αυτές δεν επιβάλλονται από την, κατά τα άρθρα 1389 και 1390 του ΑΚ, υποχρέωση συνεισφοράς στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών, κατά το οποίο ο υπόχρεος σύζυγος έμεινε απερίσπαστος από την εκπλήρωση της αντίστοιχης υποχρέωσής του σε συνεισφορά στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών και έτσι εξοικονόμησε δαπάνες και δυνάμεις που συνέβαλαν στην επαύξηση της περιουσίας του. Ο εναγόμενος, ως υπόχρεος σύζυγος, του οποίου η περιουσία αυξήθηκε με τη συμβολή του ενάγοντος συζύγου, μπορεί να προβάλει, μεταξύ άλλων, ότι η συμβολή του ενάγοντος ήταν κάτω από το ένα τρίτο ή ότι δεν υπάρχει καμία συμβολή. Για να γίνει όμως δεκτή η ανυπαρξία συμβολής που αποκλείει την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα, θα πρέπει ο εναγόμενος σύζυγος να επικαλεσθεί και αποδείξει ότι ο δικαιούχος της αξίωσης συμμετοχής σύζυγος, είτε δεν μπορούσε εκ των πραγμάτων είτε δεν ήθελε να συμβάλει και ότι η επαύξηση της περιουσίας οφείλεται μόνο στον ίδιο. Ο ισχυρισμός αυτός του εναγομένου, ενόψει του ότι το καθιερούμενο από το άρθρο 1400 ΑΚ τεκμήριο της συμβολής συμμετοχής στα αποκτήματα κατά το 1 /3 ενεργεί και ως προς τους δύο συζύγους, συνιστά, ως προς την απόκρουση του τεκμηρίου, ένσταση ενώ όσον αφορά τον πραγματικό υπολογισμό αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής. Έτσι, το καθιερούμενο από τη διάταξη του άρθρου 1400 εδαφ. β' του ΑΚ μαχητό τεκμήριο ότι η συμβολή του δικαιούχου συζύγου ανέρχεται στο 1/3 της αύξησης της περιουσίας του υποχρέου, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή, λειτουργεί αμφιμερώς και υπέρ των δύο διαδίκων, με την έννοια ότι αν ο ενάγων ζητήσει με την αγωγή του ποσοστό της αύξησης που αντιστοιχεί σε μεγαλύτερη του 1/3 συμβολή, αυτός υποχρεούται να αποδείξει το μεγαλύτερο του τεκμαρτού ποσοστό της συμβολής του, ενώ ο εναγόμενος μπορεί, κατ' ένσταση, να προβάλει και να αποδείξει ότι ο ενάγων είχε μικρότερη της τεκμαιρόμενης ή και καμία συμβολή. Με τη διάταξη αυτή δεν καθιερώνεται ιδιαίτερος τρόπος υπολογισμού της αξίωσης σε σχέση με το ποσοστό του τεκμηρίου, αλλ' απλώς γίνεται κατανομή του βάρους της απόδειξης με βάση μαχητό τεκμήριο, ενώ η αξίωση συμμετοχής στην επαύξηση της περιουσίας του υπόχρεου συζύγου είναι μία και ενιαία, οποιοδήποτε ποσοστό (μεγαλύτερο ή μικρότερο του τεκμαιρομένου) συμμετοχής και αν ζητεί με την αγωγή ο δικαιούχος σύζυγος. (ΑΠ 312/2023, ΑΠ 87/2022, ΑΠ 235/2022, ΑΠ 362/2022, ΑΠ 955/2022, ΑΠ 1548/2022, ΑΠ 163/2018, ΑΠ 492/2017, ΕφΠατρ 32/2023, ΕφΑΘ 388/2023, ΕφΑΘ 1552/2023, ΤΝΠ Νόμος).
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρος ..., η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου, των υπ’ αριθ. .../9.4.2021 και .../8.4.2021 ενόρκων βεβαιώσεων των ... και ... ενώπιον των Συμβολαιογράφων Κιάτου Κορινθίας ... και Αθηνών ... αντίστοιχα, που επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα ..., οι οποίες λήφθηκαν νομότυπα μετά από εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου της να παραστεί κατά τη λήψη τους (βλ. την υπ’ αριθ. .../5.4.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ...), των υπ’ αριθ. …/23.3.2022, …/23.3.2022 και …/23.3.2022 ενόρκων βεβαιώσεων των ..., ... και ... ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ... που επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων ..., η οποία λήφθηκε νομότυπα μετά από εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου του να παραστεί κατά τη λήψη τους (βλ. την υπ’ αριθ. .../11.3.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ...) και των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις Αχαρνές Αττικής στις 25.11.1995, από τον οποίο απέκτησαν ένα τέκνο τον ... που γεννήθηκε την 15.3.1997. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων διήρκεσε μέχρι τον μήνα Απρίλιο του έτους 2013, οπότε και διασπάστηκε οριστικά. Ο γάμος τους λύθηκε δυνάμει της υπ’ αριθ. 7384/2015 αμετάκλητης απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (βλ. το υπ’ αριθ. .../27.11.2017 πιστοποιητικό της γραμματείας του Πρωτοδικείου Αθηνών), που απήγγειλε την λύση του μεταξύ τους γάμου. Κατά τον χρόνο τέλεσης του μεταξύ των διαδίκων γάμου ο εναγόμενος εργαζόταν ως υπάλληλος στην εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΕ», από την οποία ελάμβανε μηνιαίως περίπου το ποσό των 200.000 δρχ / 586 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα οικονομικών ετών 1996-1999). Εκτός από το εισόδημα από την εργασία του, κατά τον χρόνο τέλεσης του γάμου, δεν διέθετε άλλα περιουσιακά στοιχεία. Στην εταιρεία αυτή απασχολήθηκε μέχρι το έτος 1998, χρόνο κατά τον οποίο παραιτήθηκε προκειμένου να ασχοληθεί με την τεχνική κατασκευαστική εταιρεία «ΑΦΟΙ ... ΟΕ», την οποία είχαν συστήσει στις 28.5.1996 η ενάγουσα με τον αδελφό της ..., στα κέρδη και στις ζημίες της οποίας συμμετείχαν οι τελευταίοι κατά ποσοστό 50% έκαστος. Συγκεκριμένα, διεκπεραίωνε συναλλαγές με τράπεζες, υπηρεσίες και οργανισμούς για λογαριασμό της εταιρείας, ελάμβανε αποδοχές ως οικοδόμος και είχε αντίστοιχη ασφαλιστική κάλυψη. Η εταιρεία αυτή λύθηκε στις 31.12.2010. Η ενάγουσα, κατά τον χρόνο τέλεσης του γάμου, είχε στην ιδιοκτησία της ένα διαμέρισμα τετάρτου ορόφου πολυώροφης οικοδομής, που κείται στην οδό … αρ. … στην Αθήνα, επιφάνειας 77,53 τμ, το οποίο αποτέλεσε την οικογενειακή στέγη των διαδίκων μέχρι τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης. Επιπρόσθετα συμμετείχε ως μέλος με ποσοστό 12% στην εταιρεία «... και Σία ΟΕ», την οποία είχαν συστήσει στις 20.4.1992 ο πατέρας της με τον ... και είχε ως αντικείμενο εργασιών την κατασκευή τεχνικών έργων και πολυώροφων οικοδομών με το σύστημα της αντιπαροχής.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι κατά τη διάρκεια του γάμου των διαδίκων και μέχρι την αμετάκλητη λύση του (17.4.2017), ο εναγόμενος απέκτησε τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία: α) δυνάμει του υπ’ αριθ. .../10.12.2001 συμβολαίου αγοραπωλησίας της Συμβολαιογράφου Ξυλοκάστρου ... που μεταγράφηκε νόμιμα, ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου του υπό στοιχεία Α-3 διαμερίσματος του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου οικοδομής που κείται στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας επί της οδού ..., το οποίο εμφαίνεται στο σχεδιάγραμμα κάτοψης τυπικού Α-Β-Γ και Δ ορόφου και αναφέρεται στον πίνακα αναλογιών του μηχανικού ..., που έχουν προσαρτηθεί στο υπ’ αριθ. .../28.6.1994 προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο της άνω Συμβολαιογράφου, έχει δική του είσοδο από τον κοινόχρηστο διάδρομο του ορόφου, αποτελείται από καθιστικό, ένα κοιτώνα, λουτρό και βεράντα προς το βόρειο μέρος, έχει επιφάνεια 46,84 τμ, ιδιόκτητο όγκο 140,52 κυβικά μέτρα, εμβαδόν κοινοχρήστων 6,53 τμ, όγκο κοινοχρήστων 18,61 κυβικά μέτρα, συνολικό όγκο 159,13 κυβικά μέτρα, ποσοστό συνιδιοκτησίας 40/1000, ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες κοινοχρήστων 40/1000, συνορεύει βόρεια με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, νότια με κοινόχρηστο διάδρομο και φωταγωγό, ανατολικά με το Α-4 διαμέρισμα του ιδίου ορόφου και δυτικά με το Α-2 διαμέρισμα του ιδίου ορόφου και φωταγωγό, με τη με τη Ρ-11 θέση στάθμευσης εκτός πυλωτής (στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου) επιφάνειας 13,50 τμ. Το υπόλοιπο 50% εξ αδιαιρέτου του εν λόγω διαμερίσματος, ανήκει στην ενάγουσα δυνάμει του ιδίου ως άνω συμβολαίου. Το εν λόγω ακίνητο ανήκε αρχικά στην άνω εργολήπτρια εταιρεία «... και Σία ΟΕ», δυνάμει προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου και μεταβιβάσθηκε από εκείνη σε αμφότερους τους διαδίκους συζύγους έναντι τιμήματος 25.238,44 ευρώ. Δυνάμει του από 11.12.2001 ιδιωτικού συμφωνητικού, η εταιρεία αυτή, στην οποία, ως έχει εκτεθεί, η ενάγουσα συμμετείχε με ποσοστό 12%, προέβη σε εκκαθάριση και λύση των εργασιών της. Μία ημέρα πριν τη λύση και εκκαθάριση αυτής (10.12.2001), η εταιρεία μεταβίβασε στην ενάγουσα εταίρο της, το ως άνω διαμέρισμα με αντίστοιχη παρακράτηση των κερδών της τελευταίας από την εταιρική της συμμετοχή, μετά δε από υπόδειξη της ενάγουσας, μεταβιβάσθηκε κατά ποσοστό 50% και στον σύζυγό της εναγόμενο για φορολογικούς λόγους (βλ. το από 11.12.2001 συμφωνητικό λύσης και την ένορκη κατάθεση του πατέρα της ενάγουσας ..., ο οποίος, ως ήδη έχει αναφερθεί υπήρξε ο ένας εκ των δύο ιδρυτών της ανωτέρω εταιρείας και κατείχε ποσοστό 33% σε αυτή). Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η απόκτηση του ποσοστού 50% του εν λόγω διαμερίσματος από τον εναγόμενο, οφείλεται σε συμβολή αποκλειστικά και μόνο της ενάγουσας. Αντίθετα, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος συνέβαλε καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην απόκτηση του ως άνω ποσοστού συγκυριότητας του ακινήτου. Τα εισοδήματα που είχε από τον χρόνο τέλεσης του γάμου μέχρι την απόκτηση του εν λόγω ακινήτου, όπως αυτά προκύπτουν από τα προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα, τα οποία κυμαίνονταν περί τα 500 έως 600 ευρώ κατά τα έτη 1995 έως 1998, 319 ευρώ το έτος 1999, και μηδενικά εισοδήματα το έτος 2000, δεν ήταν επαρκή για αποταμίευση προς απόκτηση κατοικίας. Κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, ο οποίος είναι ο κρίσιμος χρόνος για την εξεύρεση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων σε χρήμα (ΕφΠατρ 32/2023 ΤΝΠ Νόμος), η αξία του όλου ακινήτου ανερχόταν σε 40.000 ευρώ, β) ένα αυτόματο αυτοκίνητο μάρκας SMART με αριθμό κυκλοφορίας ..., αξίας κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, 12.000 ευρώ και γ) μία αυτόματη μηχανή με αριθμό κυκλοφορίας ΥΠΠ 2497, αξίας κατά τον ίδιο χρόνο 5.000 ευρώ. Σημειώνεται ότι ως προς τα δύο αυτά οχήματα, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι ο εναγόμενος ήταν σε θέση να αποκτήσει αυτά με αποκλειστικά δικά του χρήματα, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό της ενάγουσας περί αποκλειστικής συμβολής της στην απόκτηση αυτών και συνακόλουθα την αγωγή της, ως προς το σκέλος αυτό ως ουσία αβάσιμη, για την κρίση δε αυτή, η τελευταία δεν έχει ασκήσει έφεση. Συνεπώς, οι λόγοι έφεσης του εκκαλούντος που αφορούν την κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου για την αγορά των εν λόγω οχημάτων και για το αν σώζεται έως σήμερα το όχημα μάρκας Smart, αλυσιτελώς προβάλλονται καθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν περιέλαβε διάταξη γι’ αυτά βλαπτική ως προς τον εκκαλούντα αλλά αντίθετα απέρριψε ως προς αυτά την αγωγή.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στις 12.1.2004 ο εναγόμενος, ο αδελφός της ενάγουσας ... και ο θείος της ..., συνέστησαν την εταιρεία με την επωνυμία «...-Α. ... ΚΑΙ ΣΙΑ ΟΕ», που είχε ως αντικείμενο εργασιών την ανάληψη και κατασκευή πάσης φύσεως τεχνικών έργων και κατασκευή πολυώροφων οικοδομών, στην οποία ο εναγόμενος συμμετείχε με ποσοστό 33,3%. Ωστόσο η συμμετοχή του στην εταιρεία ήταν καθαρά τυπική, προκειμένου να έχει ασφάλιση και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τα δε κέρδη αυτής από την έναρξη μέχρι 5.1.2007 που ο εναγόμενος αποχώρησε από την εταιρεία λόγω πρόωρης συνταξιοδότησης για λόγους υγείας, και μεταβίβασε την εταιρική του ιδιότητα και τη μερίδα του στην ενάγουσα σύζυγό του, καταβάλλονταν στην τελευταία.
Περαιτέρω, εκτός των άνω οχημάτων, τα οποία, ως ήδη έχει εκτεθεί, κρίθηκε ότι αποκτήθηκαν με χρήματα αποκλειστικά του ..., το έτος 2004 αγοράστηκε στο όνομα της ... ένα αυτοκίνητο μάρκας OPEL AGILA 1200 cc, έναντι τιμήματος 11.500 ευρώ, με εν μέρει χρηματοδότηση από την τράπεζα ... ύψους 4.000 ευρώ. Το εν λόγω όχημα αγοράστηκε αποκλειστικά με χρήματα της εναγομένης που διέθετε από τις ως άνω οικογενειακές επιχειρήσεις. Αντίθετα ουδόλως αποδείχθηκε συμβολή του ενάγοντος στην απόκτηση του εν λόγω αυτοκινήτου. Αλλωστε από την αντιπαραβολή των εισοδημάτων των διαδίκων από την τέλεση του γάμου, μέχρι την απόκτηση του εν λόγω αυτοκινήτου το έτος 2004, τα εισοδήματά του, τα οποία κυμαίνονταν μεταξύ 500 έως 600 ευρώ περίπου, δεν του επέτρεπαν να αποταμιεύει χρήματα για να αποκτήσει ένα όχημα αξίας 11.500 ευρώ.
Επομένως, τα αγωγικά κονδύλια και τα αντίστοιχα αιτήματα του ενάγοντος σχετικά με τα ανωτέρω περιουσιακά στοιχεία της εναγομένης (ακίνητο και αυτοκίνητο), είναι απορριπτέα ως κατ’ ουσία αβάσιμα, γενομένης δεκτής ως κατ’ ουσία βάσιμης, της προβληθείσας πρωτοδίκως ένστασης της εναγομένης περί μηδενικής συμβολής του ενάγοντος ως προς την απόκτηση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, την οποία επαναφέρει με τις προτάσεις της ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου. Αντιθέτως, ουσιαστικά βάσιμη κρίνεται η αξίωση της ενάγουσας συμμετοχής στα αποκτήματα όσον αφορά το ποσοστό του εναγομένου επί του ακινήτου που βρίσκεται στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας, δεδομένου ότι η περιουσία αυτή αποκτήθηκε αποκλειστικά με τα χρήματα και την οικονομική συμβολή της ενάγουσας.
Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο δεν έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή της ενάγουσας ως ουσία βάσιμη και υποχρέωσε τον εναγόμενο - εκκαλούντα να προβεί σε αυτούσια απόδοση προς την ενάγουσα - εφεσίβλητη του ποσοστού 50% εκ αδιαιρέτου του ανωτέρω ακινήτου. Επίσης, ορθώς απέρριψε ως ουσία αβάσιμη την αγωγή του εκκαλούντος, αν και με εσφαλμένη αιτιολογία (λόγω παραγραφής), η οποία αντικαθίσταται κατ' άρθρ. 534 ΚΠολΔ με την αιτιολογία της παρούσης απόφασης, δεδομένου ότι η αντικαθιστούσα αιτιολογία δεν επάγεται δυσμενέστερες για τον εκκαλούντα συνέπειες, αφού και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για το αυτό (ουσιαστικό) δεδικασμένο (ΑΠ 358/2008 ΤΝΠ Νόμος, Κεραμεύς- Κονδύλης-Νίκας Ερμ ΚΠολΔ -Ένδικα μέσα 2η έκδοση 2020, άρθρο 534 αρ. 187, Βαθρακοκοίλη Η έφεση 2015, Αντικατάσταση εσφαλμένων αιτιολογιών αρ. 585 Sakkoulas on line). Συνεπώς οι περί του αντιθέτου σχετικοί λόγοι έφεσης είναι απορριπτέοι ως ουσία αβάσιμοι.
Αντιθέτως, δεκτός εν μέρει ως και ουσία βάσιμος, πρέπει να γίνει ο πέμπτος λόγος έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών παραπονείται ότι επιδικάστηκε σε βάρος του υπέρογκη δικαστική δαπάνη, όσον αφορά την αγωγή της εφεσίβλητης, η οποία, κατά τα ανωτέρω, έγινε εν μέρει δεκτή. Ειδικότερα, επιβλήθηκε σε βάρος του εκκαλούντος δικαστική δαπάνη ποσού 2.000 ευρώ, η δικαστική όμως δαπάνη που έπρεπε να επιβληθεί σε βάρος του με βάση την έκταση της νίκης της ενάγουσας, ανέρχεται, κατ’ άρθρα 178 παρί, 63 παρ.1 περ. i και ii και 68 του Ν. 4194/2013, για αμοιβή δικηγόρου και έξοδα, στο ποσό των 800 ευρώ.
Περαιτέρω, με το άρθρο 58 παρ. 4 περ. β' του ν. 4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων) ορίζεται ότι «με βάση τις αμοιβές που αναφέρονται στο Παράρτημα I του Κώδικα προσδιορίζεται η αμοιβή του δικηγόρου κατά την παροχή νομικής βοήθειας σύμφωνα με το ν.3226/2004 ή κάθε άλλο σχετικό νόμο...». Σύμφωνα δε με το Παράρτημα αυτό η αμοιβή του δικηγόρου σε υποθέσεις όπως η προκειμένη ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου, ανέρχεται για την παράσταση σε 149 ευρώ και για την κατάθεση προτάσεων σε 139 ευρώ (ΑΠ 1366/2021, ΑΠ 269/2020, ΑΠ 334/2017, ΑΠ 73/2016, ΕφΠειρ 5/2022, ΕφΠειρ. 379/2021 ΤΝΠ Νόμος).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπ’ αριθ. …/2023 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου, ορίσθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 8 παρ. 1 και 2 ν. 3226/2004, ως δικηγόρος της εφεσίβλητης, κατ' αποδοχή της σχετικής αίτησής της, η .... Όπως δε προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, κατά τη συζήτηση της έφεσης κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, η εφεσίβλητη παραστάθηκε με την εν λόγω δικηγόρο, η οποία κατέθεσε προτάσεις. Επομένως, τα δικαστικά έξοδα, από τα οποία απαλλάχθηκε η εφεσίβλητη και τα οποία επιβάλλονται σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), ταυτίζονται με την αποζημίωση της δικηγόρου της εφεσίβλητης για την παράστασή της κατά τη συζήτηση και την κατάθεση προτάσεων ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και ανέρχονται στο ποσό των 288 ευρώ (νόμιμη αμοιβή 149 ευρώ για παράσταση + 139 ευρώ για σύνταξη προτάσεων). Τα ως άνω δικαστικά έξοδα πρέπει, κατ' εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 3226/2004 να επιδικασθούν υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
Κατ’ ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση του εκκαλούντος, ως βάσιμη κατ’ ουσία και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά τη διάταξή της περί επιδίκασης σε βάρος του δικαστικών εξόδων και μόνο. Ακολούθως, τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, ως προς την αγωγή της, πρέπει να καθοριστούν στο ποσό των 800 ευρώ, για τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας κατά τον οποίο αυτή είχε παρασταθεί με δικηγόρο της επιλογής της και στο ποσό των 288 ευρώ για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία επιδικάζονται υπέρ του Δημοσίου, καθόσον στον βαθμό αυτό η εφεσίβλητη, ως ανωτέρω εκτέθηκε, παραστάθηκε με νομική βοήθεια (Ν.3226/2004).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσία την έφεση.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθ. 12562/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (ειδική διαδικασία Οικογενειακών Διαφορών) κατά τη διάταξή της περί δικαστικής δαπάνης μόνο όσον αφορά την υπ’ αριθ. .../2017 αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εναγόμενο-εκκαλούντα στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας-εφεσίβλητης, που ορίζει για τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας στο ποσό των οκτακόσιων (800) ευρώ και για τον δεύτερο βαθμό υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, στο ποσό των διακοσίων ογδόντα οκτώ (288) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στον εκκαλούντα του παράβολου που κατέθεσε για την άσκηση της έφεσής του.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους στις 17/1/2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
anchor link
Εγγραφήκατε επιτυχώς στο newsletter!
Η εγγραφή στο newsletter απέτυχε. Παρακαλώ δοκιμάστε αργότερα.
Αρθρογραφία, Νομολογία ή Σχόλια | Άμεση ανάρτηση | Επώνυμη ή ανώνυμη | Προβολή σε χιλιάδες χρήστες σε όλη την Ελλάδα